Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Κυριακή 16 Νοεμβρίου 2014

Τρεις ήρωες τoυ αντιδικτατορικού αγώνα

Η επέτειος του εορτασμού του Πολυτεχνείου πλησιάζει και μαζί της αναζωπυρώνονται οι μνήμες των παλαιότερων και η διάθεση να σκαλίσεις λίγο τα ιστορικά βιβλία σου για να βρεις ή να ξαναθυμηθείς μερικά πράγματα σχετικά. 

Ποιος δεν φέρνει στο μυαλό του αυτές τις μέρες τον Παναγούλη, το Θεοδωράκη και τον κομμουνιστή Παναγιώτη Ελή που δολοφονήθηκε στον Ιππόδρομο; Είναι όμως κι άλλοι αγωνιστές, κι άλλοι άνθρωποι που έδωσαν αίμα για την υπόθεση της δημοκρατίας που έχουν πια ξεχαστεί, κι ας αξίζουν την ίδια θέση με τους γνωστούς ήρωες. Ξεφυλλίζοντας τα βιβλία μου, συγκράτησα τρεις μορφές που ανήκουν σε διαφορετικά πολιτικά και ιδεολογικά υπόβαθρα, αγωνίστηκαν όμως πηγαία και ειλικρινά για αυτά που πίστευαν. Ξεκινώ με αυτόν που με συγκίνησε περισσότερο


Γιώργης Τσαρουχάς


Γεννήθηκε το 1912 στην περιοχή της Αδριανούπολης και το 1924, η οικογένειά του μάζεψε το λιγοστό της νοικοκυριό και ήρθε στην Ελλάδα, ενώ η Σμύρνη φλέγονταν. Εγκαταστάθηκαν στο Δρυινοχώρι Σερρών, ένα μικρό και φτωχό χωριουδάκι κάπου κοντά στην Καρπερή. Μέσα στην φτώχεια της οικογένειάς του, ο Γιώργος Τσαρουχάς, κατάφερε να διεκδικήσει ένα καλύτερο μέλλον και να σπουδάσει. Λίγο πριν τη δικτατορία του Μεταξά, γράφεται στην Νομική Θεσσαλονίκης. Λίγο μετά θα οργανωθεί και στο ΚΚΕ. Εξαιτίας της συνδικαλιστικής του δράσης, η μεταξική δικτατορία τον διαγράφει από τα μητρώα της σχολής για 4 έτη. Με το πέρας τους, ο Τσαρουχάς θα μετεγγραφεί στη Νομική Σχολή Αθηνών, την οποία θα καταφέρει να τελειώσει. 

Κατά τη διάρκεια της ελληνοϊταλικής σύγκρουσης το 1940, θα πάρει μέρος στον πόλεμο ως εθελοντής. Θα τιμηθεί μάλιστα "επ' ανδραγαθία". Με την επιβολή της τριπλής κατοχής στην Ελλάδα, θα ενταχθεί στο ΕΑΜ και θα υπηρετήσει την υπόθεση της απελευθέρωσης και της κοινωνικής δικαιοσύνης από τις τάξεις του. Το 1943, θα εκλεγεί γραμματέας του ΕΑΜ Ανατολικής Μακεδονίας και μετά την απελευθέρωση θα εκλεγεί νομάρχης Καβάλας από την ΠΕΕΑ. Ο Γιώργης Τσαρουχάς αγωνίζονταν για την υπόθεση του ελληνικού λαού και η απελευθέρωση μπορεί για λίγο να δικαίωσε το όνειρό του, τα βάσανα, όμως και οι διώξεις του, μόλις έχουν αρχίσει. 

Το 1945, συλλαμβάνεται από τις αρχές του αστικού κράτους ως "επικίνδυνο αναρχικό στοιχείο" και με την κατηγορία ότι ανήκει στο ΚΚΕ, φυλακίζεται, ανακρίνεται και καταδικάζεται από το Έκτακτο Στρατοδικείο Καβάλας σε 12 έτη φυλάκισης. Ακολουθεί η μεταγωγή του στην κόλαση της Γυάρου, όπου μένει εξόριστος έως το 1951. Δύο χρόνια μετά θα ξανασυλληφθεί και θα εξοριστεί "προληπτικά" στον Άγιο Ευστράτιο. Μετά από διεθνή διαβήματα και έντονες πιέσεις από διάφορες επιτροπές για τους εξόριστους, ο Γιώργος Τσαρουχάς θα αφεθεί ελεύθερος λόγω του βεβαρημένου της υγείας του. Έχοντας σοβαρό πρόβλημα στο δεξί του μάτι και όντας φυματικός, μεταβαίνει στην ΕΣΣΔ για να εγχειριστεί και επιστρέφει την ίδια χρονιά στην Ελλάδα. 

Στις εκλογές του 1961 εκλέγεται βουλευτής της ΕΔΑ, στην οποία συμμετείχε και το παράνομο τότε ΚΚΕ, από το οποίο δεν έχει αποχωρήσει. Τον Μάη του 1963, ο Τσαρουχάς συνοδεύει τον βουλευτή της ΕΔΑ Γρηγόρη Λαμπράκη, στην αίθουσα όπου θα μιλούσε σε προγραμματισμένη εκδήλωση. Οι τραμπούκοι της δεξιάς που καιροφυλακτούν για τον Λαμπράκη, χτυπούν και τον Τσαρουχά ο οποίος θα μεταφερθεί στο νοσοκομείο με βαριά κρανιακά κατάγματα. Εκεί νοσηλεύεται με διάσειση για 30 ημέρες. 

Με την δίκη για την "υπόθεση Λαμπράκη", ο Γιώργος Τσαρουχάς βρίσκεται ανάμεσα στους βασικούς μάρτυρες  κατηγορίας, οι απειλές και τα ανώνυμα τηλέφωνα δεν θα τον πτοήσουν και θα συνεχίσει ακλόνητος μέχρι το τέλος της εισαγγελικής έρευνας και της δίκης. 

Με τη δικτατορία των συνταγματαρχών το 1967, Ο Γιώργης Τσαρουχάς ανέλαβε επικεφαλής της αντιδικτατορικής οργάνωσης Πατριωτικό Αντιδικτατορικό Μέτωπο (ΠΑΜ) Θεσσαλονίκης και της παράνομης κομματικής οργάνωσης του ΚΚΕ στην πόλη. Το πόστο αυτό απαιτούσε διακρείς μετακινήσεις, επιφυλακή και τόλμη.

Τον Μάιο του 1968, η Ασφάλεια συλλαμβάνει τον Τσαρουχά, ενώ ταξιδεύει με το τρένο από τη Θεσσαλονίκη στην Αθήνα. Οι εφημερίδες αναφέρουν ότι κατά την ανάκρισή του στην ΚΥΠ Θεσσαλονίκης, πέθανε από ανακοπή καρδιάς. Ήταν ο προσφιλής τρόπος της Χούντας. Όταν σε δολοφονούσαν πέθαινες από "ανακοπή" ή "αυτοκτονούσες". Το σώμα του Τσαρουχά δώθηκε για ταφή στην οικογένειά του, απαγορεύτηκε όμως να παραστεί άλλος κόσμος. 

Κατά την ανάκριση που διεξήχθη μετά την πτώση της Χούντας, ο ανακριτής Ηλιάδης βρήκε σε θυρίδα της Σήμανσης ένα φωτογραφικό φιλμ από το οποίο προέκυψε ότι ο Τσαρουχάς είχε υποστεί βασανιστήρια μετά τη σύλληψή του. Επρόκειτο για φωτογραφίες του κακοποιημένου σώματος του κομμουνιστή Γιώργου Τσαρουχά, στις οποίες φαίνονταν τα μαστιγώματα στην πλάτη, τα πρησμένα κάτω άκρα από τη φάλαγγα και κυρίως τα χτυπήματα στο εσωτερικό των μηρών που, σύμφωνα με γιατρούς που είδαν τις φωτογραφίες, πρέπει να ήταν και αυτά που προκάλεσαν τον θάνατό του.

Ο Τσαρουχάς κατά τη σύλληψη του, είχε πάνω του ένα σημείωμα με την τελευταία απόφαση της κομματικής οργάνωσης Θεσσαλονίκης του ΚΚΕ, το οποίο πρόλαβε να καταπιεί. Το σημείωμα αυτό βρέθηκε κατά την νεκροψία-νεκροτομή και φωτοτυπία του συμπεριελήφθη στη δικογραφία για την υπόθεση Τσαρουχά και δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Θεσσαλονίκη στις 10 Μαΐου 1979. 

Το καλοκαίρι του ίδιου έτους έγινε η δίκη για τη δολοφονία του Τσαρουχά, όπου κατηγορούμενοι ήταν οι Στέφανος Καραμπέρης, Φωκίων Καραπάνος, Δημήτριος Σταματόπουλος και Δημήτριος Τασόπουλος, αξιωματικοί της αστυνομίας που η χούντα είχε παρασημοφορήσει για τη σύλληψη του Τσαρουχά. Καταδικάστηκαν σε μικρές ποινές φυλάκισης και σήμερα ορισμένοι από αυτούς ζουν ακόμα ελεύθεροι...


Κατά τη μεταφορά του στο νοσοκομείο μετά την επίθεση στη Θεσσαλονίκη 



Νικηφόρος Μανδηλαράς



Ο ήρωας του αντιδικταροτικού αγώνα Νικηφόρος Μανδηλαράς γεννήθηκε στην Κόρωνο της Νάξου το 1928. Γιος σμυριδεργάτη, γνώρισε τη φτώχεια του ναξιώτικου λαού για τον οποίο αρθρογραφούσε τακτικά στην εφημερίδα του "Ναξιακά Χρονικά". Μεγαλύτερος θα σπουδάσει στην Νομική Σχολή Αθηνών ενώ παράλληλα προσπαθούσε να επιβιώσει εργαζόμενος. Μετά το πτυχίο του ξεκίνησε να εργάζεται σε διάφορα δικηγορικά γραφεία μέχρι που κατάφερε να ανοίξει και το δικό του. Τοποθέτησε τον εαυτό του στις πολιτικές δυνάμεις του Κέντρου και τη δεκαετία του 50 ίδρυσε την Ένωση Δημοκρατικών Δικηγόρων Ελλάδος μαζί με τον Ευάγγελο Γιαννόπουλο και τον Σταύρο Κανελλόπουλο.

Ως δικηγόρος υπερασπίστηκε πολλές φορές αφιλοκερδώς πολίτες που διώκονταν για την πολιτική τους δράση, ανεξάρτητα από την πολιτική τους τοποθέτηση. Γνωστότερη περίπτωση πολιτικής δίκης που ανέλαβε, υπήρξε η υπόθεση του ΑΣΠΙΔΑ στην οποία ανέλαβε την υπεράσπιση των δημοκρατικών στρατιωτικών. Στις επικείμενες εκλογές του 1967, σχεδίαζε να κατέλθει υποψήφιος με την  Ένωση Κέντρου, πράγμα που όμως δεν έγινε ποτέ αφού μεσολάβησε η Δικτατορία των Συνταγματαρχών.

Η εμπλοκή του με την υπόθεση ΑΣΠΙΔΑ σηματοδότησε και το τέλος του, αφού με την δικτατορία η ζωή του τέθηκε σε άμεσο κίνδυνο. Αντιλαμβανόμενος τις περιστάσεις και τον κλοιό που έσφιγγε γύρω του, ο Νικηφόρος Μανδηλαράς επιβιβάζεταικρυφά στο πλοίο Rita- V με σκοπό να διαφύγει στην Κύπρο. Μερικές μέρες μετά το πτώμα του θα εμφανιστεί σε ακτή της Ρόδου.

Σύμφωνα με την εκδοχή των κυβερνητικών αρχών της εποχής, ο καπετάνιος του πλοίου Πέτρος Πόταγας, πρέπει έριξε τον Μανδηλαρά στη θάλασσα με ένα σωσίβιο προκειμένου ο τελευταίος να κολυμπήσει ως την ακτή και να αποφύγει τη σύλληψη. Όμως ο δικηγόρος πηδώντας από το πλοίο, τραυματίστηκε σοβαρά στο κεφάλι και στη συνέχεια πνίγηκε και το πτώμα του ξεβράστηκε στην ακτή.

Η αλήθεια για το θάνατό του φαίνεται να είναι τελείως διαφορετική από ότι την παρουσίασαν και σε αυτό συνηγορούν πολλά στοιχεία.

Πρώτον, από τις φωτογραφίες του νεκρού του σώματος, φαίνεται πως ο Μανδηλαράς δολοφονήθηκε αφού έφθασε στην ακτή. Στις φωτογραφίες φαίνεται ξεκάθαρα τρύπα από σφαίρα στο στέρνο, πολλαπλά χτυπήματα στο κεφάλι, ενώ αίμα έτρεχε από το αυτί του, όταν ανευρέθη, πράγμα που δεν θα είχε συμβεί αν είχε πνιγεί.

Δεύτερον, η μαρτυρία του Ροδίτη δικηγόρου Γιώργου Χιωτάκη, φίλου του Μανδηλαρά συνηγορεί προς την δολοφονία, αφού ο Χιωτάκης ισχυρίζεται ότι στις 18 Μαΐου τον πλησίασε μέσα στο δικαστικό μέγαρο ένας χωρικός και του είπε πως μεταφέρει μήνυμα του Μανδηλαρά που κρύβεται στην παραλία της Λάρδου. Ο Χιωτάκης με τον ίδιο χωρικό έστειλε μήνυμα στον Μανδηλαρά ζητώντας του να ορίσει τόπο συνάντησης, καθώς όμως δεν έλαβε απάντηση αποφάσισε την επομένη να ψάξει να τον βρει μόνος του. Στη διαδρομή με το αυτοκίνητο τον παρακολουθούσαν άνδρες της ασφάλειας και έμαθε ότι οι αρχές αναζητούσαν ένα δραπέτη. Δύο μέρες αργότερα ο Χιωτάκης έμαθε από τις εφημερίδες ότι ξεβράστηκε το πτώμα ενός αγνώστου άνδρα στην παραλία Γενναδίου.

Στη δίκη που ακολούθησε ο καπετάνιος Πέτρος Πόταγας καταδικάστηκε σε δώδεκα μήνες φυλάκιση για ανθρωποκτονία εξ αμελείας.

Με την αποφυλάκισή του ο Πόταγας έφυγε οικογενειακώς για την Νότια Αφρική όπου σκοτώθηκε σε σκιώδες τροχαίο δυστύχημα.

Παρ' όλες τις προσπάθειες που έγιναν μετά την πτώση τις δικτατορίας για να γίνει αναψηλάφηση της υπόθεσης δεν κατέστη δυνατή η επανάληψη της δίκης. Το σώμα του Μανδηλαρά δεν παραδόθηκε ποτέ για νεκροψία.


Το κορμί του Νικηφόρου Μανδηλαρά με την τρύπα στο στέρνο



 Γιάννης Χαλκίδης


Ο Γιάννης Χαλκίδης γεννήθηκε στο Σφενδάμι Πιερίας το 1940 από γονείς αγρότες. Υπήρξε στέλεχος της Νεολαίας Λαμπράκη και της ΕΔΑ και κατά την Δικτατορία των συνταγμταρχών στέλεχος της αντιστασιακής οργάνωσης του ΚΚΕ,  Πατριωτικό Μέτωπο, στη Θεσσαλονίκη. Εργάζονταν ως εργάτης.

Στις 2 Σεπτεμβρίου 1967, την ώρα των εγκαινίων της ΔΕΘ από τη χουντική κυβέρνηση, το «Πατριωτικό Μέτωπο» της Θεσσαλονίκης ανατίναξε κολόνα της ΔΕΗ βυθίζοντας για ένα πεντάλεπτο στο σκοτάδι το χώρο της έκθεσης. Η ενέργεια είχε αποφασιστεί από το γραφείο της Κομμουνιστικής Οργάνωσης Θεσσαλονίκης κι εκτελέστηκε από τους Γιάννη Χαλκίδη, Νάντη Χατζηγιάννη, Θόδωρο Καζέλη, Ελλη Στεφανίδου κι Αργύρη Μπάρα. 

Τρεις μέρες μετά, η κεντρική γιάφκα της οργάνωσης που στεγάζονταν σε ένα μικρό διαμέρισμα στην οδό Φιλελλήνων δέχεται  επιδρομή από ισχυρές αστυνομικές δυνάμεις και δυνάμεις της ΚΥΠ. Οι τρεις αγωνιστές που βρίσκονταν μέσα είναι οι Γιάννης Χαλκίδης, Γρηγόρης Παντής και Νάντης Χατζηγιάννης. Αρχικά οι τρεις επιχειρούν να διαφύγουν, χωρίς αποτέλεσμα. Ο Γιάννης Χαλκίδης πέφτει νεκρός σε παρακείμενο ακάλυπτο, έχοντας δεχτεί πισώπλατα δυο σφαίρες στο στήθος και την κοιλιά. Επίσης τραυματισμένος από σφαίρα, πέφτει ο Γρηγόρης Παντής που θα συλληφθεί στο υπόγειο της πολυκατοικίας. 

Ο τρίτος της ομάδας, ο Νάντης Χατζηγιάννης, θα συλληφθεί κοντά στο σημείο στο οποίο έπεσε ο Χαλκίδης. Στο βιβλίο του περιγράφει καταλεπτώς πώς είδε τον αστυφύλακα Λεπενιώτη να καταδιώκει τον ήδη τραυματισμένο σύντροφό του, να αδειάζει πάνω του το περίστροφό του και λίγο αργότερα να τον αποτελειώνει βρίζοντας και ποδοπατώντας τον. Ο Χαλκίδης αναφέρει,  ξεψύχησε δίπλα του. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου